Η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση, σε συνδυασμό με το αβέβαιο μέλλον και τη γενικευμένη ανασφάλεια, αυξάνει δραματικά τους δείκτες κατάθλιψης στον ελληνικό πληθυσμό και απειλεί τη σωματική του υγεία, επισημαίνουν οι επιστήμονες.
Στη χώρα μας υπολογίζεται ότι το 25% των ανδρών και το 33% των γυναικών (περίπου 850.000 Έλληνες και 1,1 εκατ. Ελληνίδες) πάσχουν από ήπια έως σοβαρή κατάθλιψη.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η οικονομική κρίση αποτελεί στις μέρες μας την κύρια αιτία αύξησης των κρουσμάτων κατάθλιψης, σε παγκόσμιο επίπεδο. Εκτιμάται ότι η νόσος επηρεάζει 350 εκατομμύρια ανθρώπους και σύμφωνα με τα αποτελέσματα παγκόσμιας έρευνας για την ψυχική υγεία, που διεξήχθη πρόσφατα σε 17 χώρες, περίπου 1 στα 20 άτομα ανέφερε ότι είχε ένα επεισόδιο κατάθλιψης τον προηγούμενο χρόνο.
Η νόσος μπορεί να προσβάλλει άτομα από όλα τα κοινωνικά στρώματα και σε ορισμένες βαριές περιπτώσεις είναι δυνατόν να οδηγήσει σε
αυτοκτονία, επισημαίνουν οι ειδικοί. Κάθε χρόνο σε όλο τον κόσμο χάνονται περίπου 1 εκατομμύριο ζωές εξαιτίας των αυτοκτονιών, γεγονός που μεταφράζεται σε περίπου 3.000 θανάτους σε καθημερινή βάση.
Τα παραπάνω τόνισε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου με αφορμή τη διεξαγωγή του 18ου Πανελληνίου Συνεδρίου Εσωτερικής Παθολογίας (18 - 20 Οκτωβρίου, στην Αθήνα), ο καθηγητής Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Χαράλαμπος Παπαγεωργίου.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, μέχρι το 2020 η κατάθλιψη θα είναι η δεύτερη σημαντική αιτία ανικανότητας για εργασία και μέχρι το 2030 η πρώτη, εάν δε ληφθούν δραστικά μέτρα για την αντιμετώπισή της.
Όπως είπε ο κ. Παπαγεωργίου, η άμεση καταπολέμηση της κατάθλιψης μέσω αποτελεσματικών στρατηγικών πρόληψης και θεραπείας, με τη συνεργασία τόσο των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας όσο και ολόκληρης της κοινωνίας, αποτελεί σήμερα αδήριτη ανάγκη.
Η σωματική και ψυχική υγεία των Ελλήνων βρίσκεται σε «κρίσιμο σταυροδρόμι», σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ελληνικής Εταιρείας Εσωτερικής Παθολογίας (ΕΕΕΠ), καθηγητή Παθολογίας, Ενδοκρινολογίας, Μεταβολισμού και Σακχαρώδη Διαβήτη των Πανεπιστημίων Αθηνών και Ουλμ Γερμανίας, Σωτήρη Ράπτη, καθώς «οι σύγχρονοι ''δολοφόνοι'' του ανθρωπίνου είδους συνεχίζουν ακάθεκτοι τη δράση τους».
Τα καρδιαγγειακά νοσήματα ευθύνονται για το 40% - 45% των θανάτων τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς, ενώ ακολουθούν οι νεοπλασματικές ασθένειες, οι οποίες ευθύνονται γιαπερίπου το 1/3 των θανάτων παγκοσμίως.
Επίσης, την τελευταία 20ετία παρατηρείται ραγδαία αύξηση του αριθμού των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη. Στη χώρα μας υπολογίζονται σε 1.200.000, δηλαδή ποσοστό περίπου 12% του γενικού πληθυσμού, ενώ σε διεθνές επίπεδο υπερβαίνουν τα 300 εκατομμύρια.
Το πλέον ανησυχητικό, είπε ο κ. Ραπτης, είναι ότι η «έκρηξη» αυτή αναμένεται να συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, καθώς έως το 2025 ο συνολικός αριθμός των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη υπολογίζεται να έχει φτάσει τα 600 εκατομμύρια.
Ιδιαίτερη ανησυχία όμως προκαλεί στη χώρα μας η αύξηση των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1. Πρόκειται για διαβήτη που εκδηλώνεται σε άτομα νεαρής ηλικίας έως 18 ετών και, κυρίως, σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας.
Σε ό,τι αφορά το διαβήτη τύπου 2, ποσοστό 95% των 1.200.000 ατόμων με διαβήτη που υπάρχουν στη χώρα μας, έχουν διαβήτη τύπου 2, ενώ στην «ουρά», είπε ο κ. Ράπτης, περιμένουν άλλες 200.000 άτομα με διαταραχή της ανοχής της γλυκόζης. Από αυτούς, περίπου το 70% θα εμφανίσει έκδηλο σακχαρώδη διαβήτη εντός μιας πενταετίας, εάν δεν αλλάξει το σημερινό τρόπο ζωής του έγκαιρα και αποτελεσματικά.