«Ο Βαγγέλης μου», «η Σμαρούλα μου». Μιλούν ο ένας για τον άλλον και όταν δεν γεμίζουν τα μάτια δάκρυα, βουλιάζουν στη μελαγχολία!
Εκείνος, ο γνωστός θεατρικός παραγωγός Βαγγέλης Λιβαδάς -δεν υπάρχει Ελληνας πρωταγωνιστής, από τους κορυφαίους που έχουμε σε αυτήν τη χώρα, που να μην ...
πέρασε από τα θέατρά του- και εκείνη, η πρωταγωνίστρια Σμαρούλα Γιούλη.
Μετρούν παντρεμένοι πενήντα τέσσερα χρόνια, από τότε που εκείνος, έφεδρος ανθυπολοχαγός, την αγκάλιασε στην πλατεία Ομονοίας -έξω από του Μαρινόπουλου- και εκείνη, πρωτόβγαλτη ηθοποιός, ένιωσε από την αρχή ασφάλεια στα χέρια του. Μέχρι σήμερα θυμάται η ηθοποιός με τρυφερότητα εκείνη τη στιγμή και χαμογελάει ευτυχισμένη!
«Ηταν τζέντλεμαν με όλη τη σημασία της λέξεως» λέει χαμογελώντας. Ο πεισματάρης αξιωματικός λάτρεψε κεραυνοβόλα και με πάθος το όμορφο, μελαχρινό κορίτσι με τα μεγάλα μάτια από τη Θεσσαλονίκη και ορκίστηκε εκείνη τη στιγμή ότι «η δουλειά του από κει και πέρα θα ήταν το θέατρο».
«Την έβλεπα έτσι, ντροπαλή, χαμηλών τόνων, μια πολύ σεμνή κοπέλα, που δεν της έδιναν την ευκαιρία να βγει μπροστά και να προχωρήσει. Κατάλαβα ότι άξιζε και ήθελα να τη βοηθήσω» εξομολογείται στην«Espresso της Κυριακής» ο Βαγγέλης Λιβαδάς και συνεχίζει:
«Την είδα έξω από το φαρμακείο του Μαρινόπουλου να περιμένει. Περνούσαν τα τραμ το ένα μετά το άλλο γεμάτα από κόσμο και εκείνη δεν μπορούσε να μπει μέσα. Φοβόταν να σπρώξει λίγο και να ανεβεί, τόσο πολύ διακριτική και προσεκτική ήταν! Την έπιασα από τη μέση και την ανέβασα στο τραμ».
«Από τότε δεν χωρίσαμε ποτέ» συμπληρώνει η Σμαρούλα Γιούλη.
Σήμερα, μισό αιώνα μετά με τα σημάδια του χρόνου έντονα χαραγμένα και στους δύο, ο έρωτας είναι καλά φωλιασμένος στην ψυχή τους. «Τα συναισθήματα είναι τα ίδια, όπως τότε. Δεν έχουν αλλάξει. Και τώρα που δεν περνάω όλη την ημέρα μουυ στο θέατρο και είμαστε συνέχεια μαζί στο σπίτι, βλέπω τη συμπεριφορά της, πάντα να στέκεται δίπλα, χωρίς να ζητάει ποτέ τίποτε για τον εαυτό της και συγκινούμαι πολύ!» μας λέει ο γνωστός θεατρικός παραγωγός και τα μάτια του βουρκώνουν.
Ισως στην ξενόφερτη γιορτή του έρωτα, παραμύθια ζωής όπως αυτό που έχουν ζήσει αυτοί οι δύο άνθρωποι να μην έχουν θέση. Ο έρωτας χωρίς ημερομηνία λήξης δεν χρειάζεται ειδική ημέρα για να γιορτάσει.
«Παντρευτήκαμε στην εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης, που βρίσκεται στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, με κουμπάρους δύο αδερφικούς φίλους μου, τον Μίμη Φωτόπουλο και τον Ντίνο Ηλιόπουλο. Οταν τους είπα ότι θα παντρευτώ τη Σμαρούλα, τρελάθηκαν!
«”Ευτυχώς που παντρεύτηκες αυτήν τη γυναίκα γιατί μόνο αυτή θα σταθεί όρθια και σίγουρα δίπλα σου” μου είχε πει Μίμης Φωτόπουλος. Και πράγματι. Εκτιμούσα πάντα τη σεμνότητα της και την τιμιότητά της. Και δεν το λέω τώρα που μεγάλωσε, το πίστευα από τότε που ήταν μικρό κοριτσάκι.
Μείναμε στη αρχή στο Κολωνάκι και στη συνέχεια στο Παλαιό Φάληρο, στην πιο ωραία πολυκατοικία της Ελλάδας» θυμάται ο Βαγγέλης Λιβαδάς.
Τους συναντήσαμε στο σπίτι τους στη Γλυφάδα, ένα όμορφο διαμέρισμα, όπου τα καλαίσθητα και ακριβά έπιπλα δένουν αρμονικά με τις αναμνήσεις από τη ζωή και το θέατρο. Φωτογραφίες παντού. Νέοι και ερωτευμένοι στην Αμερική, μπροστά στη Ρολς Ρόις στο Λονδίνο, από μεγάλους ρόλους, από τα μεγάλα μιούζικαλ, με τα παράσημα, τα βραβεία και τις διακρίσεις για την προσφορά τους. Η Σμαρούλα έχει πολύ ξεχωριστό γούστο και στον Βαγγέλη αρέσουν τα ακριβά πράγματα. Και άλλες, ακόμη πιο πολλές, υπάρχουν στα γραφεία τους, στον ημιώροφο της οδού Αμερικής.
Μινωτής, Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Βακαλό, Βολανάκης, Βασίλης Φωτόπουλος, Βασιλείου, Σολομός, Ξαρχάκος και τόσοι άλλοι…
Καθισμένοι πλάι-πλάι στον αναπαυτικό καναπέ στο μικρό δωματιάκι-γραφείο ξετυλίγουν εικόνες από τα παλιά, θυμούνται, χαίρονται και λυπούνται. Από τη σκέψη περνάει, σαν κινηματογραφική ταινία, καρέ-καρέ όλη η ζωή. Τα δάκρυα ανεβαίνουν συχνά στα μάτια και νιώθουν έναν κόμπο στον λαιμό. Οταν όμως η κουβέντα γυρίζει στις μεγάλες στιγμές στο θέατρο και στις επιτυχίες, τα μάτια αστράφτουν. Είναι τα «παιδιά»τους, για τα οποία είναι υπερήφανοι και καμαρώνουν.
«Νοσταλγώ το θέατρο και πιστεύω σε αυτό γιατί το αγάπησα πάρα πολύ με όλη μου την ψυχή» λέει ο Βαγγέλης Λιβαδάς. «Με πήγαινε η μητέρα μου μικρό, με έπιανε από το χέρι και με έπαιρνε μαζί της. Είμαι γέννημα θρέμμα Αθηναίος, μεγάλωσα κάτω από την Ακρόπολη.
Ο κ. Βουτσάς μου έλεγε επί λέξει: “Ο,τι και αν ζητήσεις από αυτόν τον άνθρωπο την άλλη μέρα το κάνει». Παρ’ ότι έχασα πολλά χρήματα, αισθάνομαι ευτυχισμένος που κατάφερα και έκανα αυτά που έκανα. Δεν έχω μετανιώσει για τίποτε. Γεύτηκα μεγάλες χαρές, το θέατρο ήταν και είναι ο μεγάλος μου έρωτας».
- Πολλά προσφέρατε…«Πολλά, αυτό λέτε εσείς…» απαντάει και σαν να κρύβει ένα μικρό παράπονο η έκφρασή του.
- Εχετε παράπονα;
Ναι, έχω παράπονα από τους ανθρώπους του θεάτρου. Οταν σε έχουν ανάγκη, είναι όλο αγάπες! Οι ηθοποιοί! Εγώ τους αποκαλώ θεατρίνους, γιατί θεατρίνοι είναι! Σήμερα, εάν και είμαι ακόμη εν ενεργεία, έχω το Αμιράλ και το Παρκ, δεν εμφανίζεται κανένας. Εχουν εξαφανιστεί όλοι. Ομως δεν τους παρεξηγώ, αντίθετα τους συγχωρώ. Γιατί αν δεν συγχωρέσεις τους ανθρώπους, δεν θα σε ανταμείψει και ο Θεός!
Τη μεγάλη στενοχώρια του ο Βαγγέλης Λιβαδάς, αυτήν που τον«αρρώστησε» στην κυριολεξία, την πήρε όταν του σφράγισαν τοθέατρο Βέμπο. Ομως δεν το βάζει κάτω, πιστεύει ότι θα δικαιωθεί και το θέατρο, το οποίο για χρόνια θεωρούσε σπίτι του, θα επιστρέψει στα δικά του χέρια:
«Μου ζήτησε 200 εκατομμύρια μίνιμουμ γκαραντί, αν είναι δυνατόν! Είμαστε ακόμη στα δικαστήρια. Επειδή πιστεύω πάρα πολύ στη Δικαιοσύνη, ελπίζω να με δικαιώσει και να ξαναμπώ στο θέατρο Βέμπο. Αλλά εντάξει»…
«Ελπίζουμε στο αύριο»
- Ολοι πέρασαν από τα θέατρά σας…
Οι πάντες... Αμιράλ, Βέμπο, Παρκ, Σμαρούλα (το συγκεκριμένο θέατρο το έχασε ύστερα από είκοσι οκτώ χρόνια και όταν γκρεμίστηκε ο Βαγγέλης Λιβαδάς πληγώθηκε πολύ) και παλαιότερα Καλουτά, Ακάδημος και Διονύσια. Ο Βαγγέλης Λιβαδάς είναι ο άνθρωπος που έφερε στην Ελλάδα το μιούζικαλ. Τα πιο διάσημα έργα φιλοξενήθηκαν στις σκηνές του και το θεατρόφιλο κοινό είχε την ευκαιρία να τα γνωρίσει και να τα αγαπήσει. «Σικάγο», «Γυναίκα της χρονιάς», «Σουίτ τσάριτι», «Μάγκες και κούκλες», «Grease», «Συρανό ντε Μπερζεράκ», «Hello, Dolly».
Πενήντα τέσσερα χρόνια στο θέατρο ο Βαγγέλης Λιβαδάς.
«Οσα και η Σμαρούλα μου!» παρατηρεί. Παραστάσεις; «Αδύνατο να τις μετρήσεις. Χάθηκε ο αριθμός» απαντά. Πρωταγωνίστριά του στη σκηνή αλλά και στη ζωή η Σμαρούλα Γιούλη.
«Η γλυκιά του γυναικούλα» όπως λέει. Μια ξεχωριστή γυναίκα και ηθοποιός που επέλεξε να αποχωρήσει από το θέατρο λίγο πιο νωρίς. Δεν απέκτησαν παιδιά (ο Βαγγέλης Λιβαδάς έχει δύο γιους από τον πρώτο γάμο του), λάτρεψαν τις παραστάσεις που ανέβασαν, τους ηθοποιούς με τους οποίους συνεργάστηκαν.
Με τους περισσότερους από αυτούς έκαναν παρέα όλα αυτά τα χρόνια. Σήμερα οι επισκέψεις που δέχονται στο σπίτι τους στη Γλυφάδα είναι ελάχιστες. Οι περισσότεροι φίλοι επικοινωνούν μαζί τους τηλεφωνικά. Από τις πιο ωραίες βόλτες τους είναι αυτή στα γραφεία τους στο κέντρο της Αθήνας. Εκεί όπου έχουν υπογραφεί οι αποκλειστικές συμφωνίες και τα ακριβά συμβόλαια. Εκεί όπου τσούγκρισαν τα ποτήρια πριν και έπειτα από κάθε μεγάλη επιτυχία.
Πώς περνάει η ζωή εκτός θεάτρου; «Δεν είμαστε εκτός, μέσα στο θέατρο είμαστε. Παρακολουθούμε τις παραστάσεις και ελπίζουμε στο αύριο» είναι το τελευταίο σχόλιό τους. Δεν το βάζουν κάτω. Γεννημένοι και οι δύο για το θέατρο.
πηγη http://enaigeira.blogspot.com/ 2011/11/blog-post_1989.html#. TtKO5t4h3YA.gmail
Εκείνος, ο γνωστός θεατρικός παραγωγός Βαγγέλης Λιβαδάς -δεν υπάρχει Ελληνας πρωταγωνιστής, από τους κορυφαίους που έχουμε σε αυτήν τη χώρα, που να μην ...
πέρασε από τα θέατρά του- και εκείνη, η πρωταγωνίστρια Σμαρούλα Γιούλη.
Μετρούν παντρεμένοι πενήντα τέσσερα χρόνια, από τότε που εκείνος, έφεδρος ανθυπολοχαγός, την αγκάλιασε στην πλατεία Ομονοίας -έξω από του Μαρινόπουλου- και εκείνη, πρωτόβγαλτη ηθοποιός, ένιωσε από την αρχή ασφάλεια στα χέρια του. Μέχρι σήμερα θυμάται η ηθοποιός με τρυφερότητα εκείνη τη στιγμή και χαμογελάει ευτυχισμένη!
«Ηταν τζέντλεμαν με όλη τη σημασία της λέξεως» λέει χαμογελώντας. Ο πεισματάρης αξιωματικός λάτρεψε κεραυνοβόλα και με πάθος το όμορφο, μελαχρινό κορίτσι με τα μεγάλα μάτια από τη Θεσσαλονίκη και ορκίστηκε εκείνη τη στιγμή ότι «η δουλειά του από κει και πέρα θα ήταν το θέατρο».
«Την έβλεπα έτσι, ντροπαλή, χαμηλών τόνων, μια πολύ σεμνή κοπέλα, που δεν της έδιναν την ευκαιρία να βγει μπροστά και να προχωρήσει. Κατάλαβα ότι άξιζε και ήθελα να τη βοηθήσω» εξομολογείται στην«Espresso της Κυριακής» ο Βαγγέλης Λιβαδάς και συνεχίζει:
«Την είδα έξω από το φαρμακείο του Μαρινόπουλου να περιμένει. Περνούσαν τα τραμ το ένα μετά το άλλο γεμάτα από κόσμο και εκείνη δεν μπορούσε να μπει μέσα. Φοβόταν να σπρώξει λίγο και να ανεβεί, τόσο πολύ διακριτική και προσεκτική ήταν! Την έπιασα από τη μέση και την ανέβασα στο τραμ».
«Από τότε δεν χωρίσαμε ποτέ» συμπληρώνει η Σμαρούλα Γιούλη.
Σήμερα, μισό αιώνα μετά με τα σημάδια του χρόνου έντονα χαραγμένα και στους δύο, ο έρωτας είναι καλά φωλιασμένος στην ψυχή τους. «Τα συναισθήματα είναι τα ίδια, όπως τότε. Δεν έχουν αλλάξει. Και τώρα που δεν περνάω όλη την ημέρα μουυ στο θέατρο και είμαστε συνέχεια μαζί στο σπίτι, βλέπω τη συμπεριφορά της, πάντα να στέκεται δίπλα, χωρίς να ζητάει ποτέ τίποτε για τον εαυτό της και συγκινούμαι πολύ!» μας λέει ο γνωστός θεατρικός παραγωγός και τα μάτια του βουρκώνουν.
Ισως στην ξενόφερτη γιορτή του έρωτα, παραμύθια ζωής όπως αυτό που έχουν ζήσει αυτοί οι δύο άνθρωποι να μην έχουν θέση. Ο έρωτας χωρίς ημερομηνία λήξης δεν χρειάζεται ειδική ημέρα για να γιορτάσει.
«Παντρευτήκαμε στην εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης, που βρίσκεται στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, με κουμπάρους δύο αδερφικούς φίλους μου, τον Μίμη Φωτόπουλο και τον Ντίνο Ηλιόπουλο. Οταν τους είπα ότι θα παντρευτώ τη Σμαρούλα, τρελάθηκαν!
«”Ευτυχώς που παντρεύτηκες αυτήν τη γυναίκα γιατί μόνο αυτή θα σταθεί όρθια και σίγουρα δίπλα σου” μου είχε πει Μίμης Φωτόπουλος. Και πράγματι. Εκτιμούσα πάντα τη σεμνότητα της και την τιμιότητά της. Και δεν το λέω τώρα που μεγάλωσε, το πίστευα από τότε που ήταν μικρό κοριτσάκι.
Μείναμε στη αρχή στο Κολωνάκι και στη συνέχεια στο Παλαιό Φάληρο, στην πιο ωραία πολυκατοικία της Ελλάδας» θυμάται ο Βαγγέλης Λιβαδάς.
Τους συναντήσαμε στο σπίτι τους στη Γλυφάδα, ένα όμορφο διαμέρισμα, όπου τα καλαίσθητα και ακριβά έπιπλα δένουν αρμονικά με τις αναμνήσεις από τη ζωή και το θέατρο. Φωτογραφίες παντού. Νέοι και ερωτευμένοι στην Αμερική, μπροστά στη Ρολς Ρόις στο Λονδίνο, από μεγάλους ρόλους, από τα μεγάλα μιούζικαλ, με τα παράσημα, τα βραβεία και τις διακρίσεις για την προσφορά τους. Η Σμαρούλα έχει πολύ ξεχωριστό γούστο και στον Βαγγέλη αρέσουν τα ακριβά πράγματα. Και άλλες, ακόμη πιο πολλές, υπάρχουν στα γραφεία τους, στον ημιώροφο της οδού Αμερικής.
Μινωτής, Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Βακαλό, Βολανάκης, Βασίλης Φωτόπουλος, Βασιλείου, Σολομός, Ξαρχάκος και τόσοι άλλοι…
Καθισμένοι πλάι-πλάι στον αναπαυτικό καναπέ στο μικρό δωματιάκι-γραφείο ξετυλίγουν εικόνες από τα παλιά, θυμούνται, χαίρονται και λυπούνται. Από τη σκέψη περνάει, σαν κινηματογραφική ταινία, καρέ-καρέ όλη η ζωή. Τα δάκρυα ανεβαίνουν συχνά στα μάτια και νιώθουν έναν κόμπο στον λαιμό. Οταν όμως η κουβέντα γυρίζει στις μεγάλες στιγμές στο θέατρο και στις επιτυχίες, τα μάτια αστράφτουν. Είναι τα «παιδιά»τους, για τα οποία είναι υπερήφανοι και καμαρώνουν.
«Νοσταλγώ το θέατρο και πιστεύω σε αυτό γιατί το αγάπησα πάρα πολύ με όλη μου την ψυχή» λέει ο Βαγγέλης Λιβαδάς. «Με πήγαινε η μητέρα μου μικρό, με έπιανε από το χέρι και με έπαιρνε μαζί της. Είμαι γέννημα θρέμμα Αθηναίος, μεγάλωσα κάτω από την Ακρόπολη.
Ο κ. Βουτσάς μου έλεγε επί λέξει: “Ο,τι και αν ζητήσεις από αυτόν τον άνθρωπο την άλλη μέρα το κάνει». Παρ’ ότι έχασα πολλά χρήματα, αισθάνομαι ευτυχισμένος που κατάφερα και έκανα αυτά που έκανα. Δεν έχω μετανιώσει για τίποτε. Γεύτηκα μεγάλες χαρές, το θέατρο ήταν και είναι ο μεγάλος μου έρωτας».
- Πολλά προσφέρατε…«Πολλά, αυτό λέτε εσείς…» απαντάει και σαν να κρύβει ένα μικρό παράπονο η έκφρασή του.
- Εχετε παράπονα;
Ναι, έχω παράπονα από τους ανθρώπους του θεάτρου. Οταν σε έχουν ανάγκη, είναι όλο αγάπες! Οι ηθοποιοί! Εγώ τους αποκαλώ θεατρίνους, γιατί θεατρίνοι είναι! Σήμερα, εάν και είμαι ακόμη εν ενεργεία, έχω το Αμιράλ και το Παρκ, δεν εμφανίζεται κανένας. Εχουν εξαφανιστεί όλοι. Ομως δεν τους παρεξηγώ, αντίθετα τους συγχωρώ. Γιατί αν δεν συγχωρέσεις τους ανθρώπους, δεν θα σε ανταμείψει και ο Θεός!
Τη μεγάλη στενοχώρια του ο Βαγγέλης Λιβαδάς, αυτήν που τον«αρρώστησε» στην κυριολεξία, την πήρε όταν του σφράγισαν τοθέατρο Βέμπο. Ομως δεν το βάζει κάτω, πιστεύει ότι θα δικαιωθεί και το θέατρο, το οποίο για χρόνια θεωρούσε σπίτι του, θα επιστρέψει στα δικά του χέρια:
«Μου ζήτησε 200 εκατομμύρια μίνιμουμ γκαραντί, αν είναι δυνατόν! Είμαστε ακόμη στα δικαστήρια. Επειδή πιστεύω πάρα πολύ στη Δικαιοσύνη, ελπίζω να με δικαιώσει και να ξαναμπώ στο θέατρο Βέμπο. Αλλά εντάξει»…
«Ελπίζουμε στο αύριο»
- Ολοι πέρασαν από τα θέατρά σας…
Οι πάντες... Αμιράλ, Βέμπο, Παρκ, Σμαρούλα (το συγκεκριμένο θέατρο το έχασε ύστερα από είκοσι οκτώ χρόνια και όταν γκρεμίστηκε ο Βαγγέλης Λιβαδάς πληγώθηκε πολύ) και παλαιότερα Καλουτά, Ακάδημος και Διονύσια. Ο Βαγγέλης Λιβαδάς είναι ο άνθρωπος που έφερε στην Ελλάδα το μιούζικαλ. Τα πιο διάσημα έργα φιλοξενήθηκαν στις σκηνές του και το θεατρόφιλο κοινό είχε την ευκαιρία να τα γνωρίσει και να τα αγαπήσει. «Σικάγο», «Γυναίκα της χρονιάς», «Σουίτ τσάριτι», «Μάγκες και κούκλες», «Grease», «Συρανό ντε Μπερζεράκ», «Hello, Dolly».
Πενήντα τέσσερα χρόνια στο θέατρο ο Βαγγέλης Λιβαδάς.
«Οσα και η Σμαρούλα μου!» παρατηρεί. Παραστάσεις; «Αδύνατο να τις μετρήσεις. Χάθηκε ο αριθμός» απαντά. Πρωταγωνίστριά του στη σκηνή αλλά και στη ζωή η Σμαρούλα Γιούλη.
«Η γλυκιά του γυναικούλα» όπως λέει. Μια ξεχωριστή γυναίκα και ηθοποιός που επέλεξε να αποχωρήσει από το θέατρο λίγο πιο νωρίς. Δεν απέκτησαν παιδιά (ο Βαγγέλης Λιβαδάς έχει δύο γιους από τον πρώτο γάμο του), λάτρεψαν τις παραστάσεις που ανέβασαν, τους ηθοποιούς με τους οποίους συνεργάστηκαν.
Με τους περισσότερους από αυτούς έκαναν παρέα όλα αυτά τα χρόνια. Σήμερα οι επισκέψεις που δέχονται στο σπίτι τους στη Γλυφάδα είναι ελάχιστες. Οι περισσότεροι φίλοι επικοινωνούν μαζί τους τηλεφωνικά. Από τις πιο ωραίες βόλτες τους είναι αυτή στα γραφεία τους στο κέντρο της Αθήνας. Εκεί όπου έχουν υπογραφεί οι αποκλειστικές συμφωνίες και τα ακριβά συμβόλαια. Εκεί όπου τσούγκρισαν τα ποτήρια πριν και έπειτα από κάθε μεγάλη επιτυχία.
Πώς περνάει η ζωή εκτός θεάτρου; «Δεν είμαστε εκτός, μέσα στο θέατρο είμαστε. Παρακολουθούμε τις παραστάσεις και ελπίζουμε στο αύριο» είναι το τελευταίο σχόλιό τους. Δεν το βάζουν κάτω. Γεννημένοι και οι δύο για το θέατρο.
πηγη http://enaigeira.blogspot.com/