«Ο καιρός μάδησε τα μαλλιά του Αστόχαστου και μάρανε την ομορφιά της Παλάβως, άλλαξε και την όψη ολόκληρου του βασίλειου των Μοιρολάτρων» έγραφε η Πηνελόπη Δέλτα στο «Παραμύθι χωρίς όνομα». «Παντού ερημιά. Πεδιάδες απέραντες, ακαλλιέργητες, απλώνονταν ως τα σύνορα του βασιλείου και μονάχα μερικές ερειπωμένες πέτρες μαρτυρούσαν ακόμη τα μέρη όπου άλλοτε έστεκαν, υπερήφανα και απειλητικά, τα φοβερά κάστρα του Συνετού Α΄. Τα αγριόχορτα και οι πέτρες σκέπαζαν τους λόφους, οι δρόμοι, παρατημένοι, χάνονταν κάτω απ΄τα αγκάθια που ελεύθερα άπλωναν τα πυκνά τους κλωνάρια».
Σας θυμίζει κάτι; Ναι, είναι η χώρα μας, όπως τη βιώνουμε τούτη την τελευταία περίοδο. Αυτά τα «ζώα» με τα δύο πόδια, που δεν είναι «ελάφια» γιατί έχουν τέσσερα πόδια, είναι οι άνθρωποι - «θυμούμαι να είδα τέτοιους στα νιάτα μου» μονολόγησε η λεύκα. Έχουν φτάσει τα πράγματα σ΄αυτό το σημείο; Η πρόσφατη έρευνα της GPO ήταν εύγλωττη. Σε τούτους δεν ελπίζω, τους άλλους δεν εμπιστεύομαι, οι λοιποί λίγο με ενδιαφέρουν γιατί θέλω ισχυρή κυβέρνηση – να το δίλημμα του εγκλωβισμένου έλληνα, όπως το συνόψισε η έρευνα. Ακριβέστερα, του τρομοκρατημένου έλληνα - που βιώνει δύσκολα το παρόν και δεν ελπίζει στο μέλλον, που ζει με τον τρόμο στη ψυχή, γιατί ξέρει ότι το αύριο θάναι πιο δύσκολο από το σήμερα. Στο προσωπικό αλλά και στο συλλογικό επίπεδο. Σήμερα θα είχε μαζική συμμετοχή το κίνημα των «φοβισμένων ελλήνων» - αυτών που προσπαθούν να μην ανασάνουν για να μην πληρώσουν, που τον ύπνο τους στοιχειώνουν εφιάλτες έξωσης, ανεργίας, αρρώστιας, ανημποριάς, που προσπαθούν να βρούν ένα φως στον ορίζοντα αλλά είναι η καταχνιά που σκεπάζει τον περίγυρο, ως εκεί που φτάνει το μάτι. Οι «φοβισμένοι έλληνες» είναι αυτοί που δεν μπορούν να προγραμματίσουν τα στοιχειώδη – οι εργαζόμενοι θα προσπαθήσουν με το ψαλιδισμένο τους 15ήμερο να βγάλουν τις πάγιες ανάγκες του μήνα, διότι δεν προσδοκούν την εξόφληση και ο επόμενος μήνας μπορεί νάναι χειρότερος. Είναι λίγοι στη δουλειά - γιατί έφυγαν τόσοι πολλοί... Δουλεύουν πολύ περισσότερο – γιατί πρέπει να καλύψουν τα κενά αυτών που έφυγαν και γιατί θέλουν να δείξουν τον καλύτερο εαυτό τους, τώρα που καραδοκεί η «εφεδρεία». Το κλίμα είναι τεταμένο, γιατί ο συνάδελφος υπάγεται σε άλλο εργασιακό καθεστώς – αυτός πήρε το μηνιάτικο, ενώ ο διπλανός του δεν έχει δεί λεφτά απ΄τον Ιούλιο. Κοπιάζουν όλοι, αλλά προς τι; Η δουλειά τους μπορεί ήδη να μην υπάρχει, νάναι μια εικονική πραγματικότητα, νάχει τερματίσει τον ευδόκιμο βίο της και απλώς να μην το ξέρουν... Οι άνεργοι είναι οι ηττημένοι της ζωής – γεύονται την αναξιοπρέπεια της ζητιανιάς για μια δουλειά, συναντούν αμήχανους ανθρώπους που δεν μπορούν να τους βοηθήσουν, σταδιακά κουράζονται να ψάχνουν για δουλειά, κλείνονται σπίτι και μαραζώνουν, περιθωριοποιούνται και καταρρέουν. Το κοινωνικό κράτος ξηλώνεται, οι συντάξεις μειώθηκαν, οι παροχές σχεδόν εξαφανίστηκαν, τα φάρμακα έγιναν πολύ ακριβά, το δίχτυ προστασίας δεν προστατεύει πια. Κι αν η βενζίνη είναι ακριβή και η χρήση του ΙΧ αναγορεύεται σε πολυτέλεια, πώς να κυκλοφορήσεις, όταν όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς βρίσκονται σε απεργία; Με τι λεφτά θα πληρώσεις το ταξί για να πάς στη δουλειά σου, όταν είσαι απλήρωτος; Κάθε μέρα ακούς ιστορίες τρόμου – για πολυμελείς οικογένειες που πρέπει να στηρίζονται σε ένα μισθό, για νέους ανθρώπους που ξενοικιάζουν τα σπίτια τους και καταφεύγουν στη φιλοξενία των φίλων, για άνεργους που διατρέφονται σε σπίτια συγγενών. Περπατάς στον δρόμο και φοβάσαι τη σκιά σου. Δρόμοι σκοτεινοί, μαγαζιά κλειστά, περαστικοί βιαστικοί. Έπαψες να κοιτάς τον άλλο στα μάτια, γιατί βλέπεις άδεια βλέμματα. Αισθάνεσαι ντροπή να δηλώσεις ότι έχεις ακόμη τη δουλειά σου. Και όλα αυτά θα ήταν υποφερτά, αν μέσα σου ήξερες ότι είναι περαστικά. Ότι είναι μια σήραγγα που πρέπει να διαβείς για να φτάσεις στο φώς. Το χειρότερο όμως είναι, πως δεν έχεις ελπίδα. Αυτό έδειξαν οι έρευνες και οι δημοσκοπήσεις. Το πολιτικό σύστημα καταρρέει και δεν υπάρχει διάδοχη λύση. Μια πανίσχυρη δυναμική σπρώχνει προς τα κάτω. Οι έλληνες σήμερα ζούμε στην απόλυτη αβεβαιότητα και – κυρίως – βλέπουμε ότι υπάρχει μια πλήρης αδυναμία παρέμβασης. Η όποια προσπάθεια καταλήγει σε συντρίμια, που απειλούν να σε σκεπάσουν. Η Πικρόχολη, η Ζήλιω, ο Αστόχαστος, ο Πανουργάκος, ο Ταλαιπωράκης, οΚακομοιρίδης, ο Κατρακυλάκος, ο Μασκαρόπουλος, ο Αμοιράκος, αυτοί είναι οι άνθρωποι της διπλανής μας πόρτας. Η Δέλτα όμως στο βιβλίο της κατέληγε στην κάθαρση – που ήρθε από τη Γνώση, την κυρα-Φρόνηση και την Ειρηνούλα, από τον «Αφανέρωτο Ήρωα» που έγινε ο βασιλιάς Συνετός Β’. Αυτό όμως ήταν παραμύθι.